Μια σταγόνα ιστορίας στο κέντρο της Αθήνας
200 χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21, ένα «οικόπεδο» θυμάται…
Του Νικόλα Δημητριάδη
ιστορικού, σκιτσογράφου, υποψήφιου δημ. Συμβούλου με τον συνδυασμό του Γ. Καραμπελιά «Αθήνα για την Ελλάδα»
Βγαίνοντας από τον σταθμό του μετρό στο Μοναστηράκι, στην οδό Άρεως, αντικρύζουμε το τζαμί του Τζισταράκη και μια αρχαίεα κιονοστοιχεία. Πρόκειται για τη βιβλιοθήκη του Αδριανού, που δώρισε στην αρχαία Αθήνα ο Ρωμαίος αυτός αυτοκράτορας, σε εκείνη τη μακρινή εποχή που οι τότε «Μεγάλες Δυνάμεις», από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι το Βασίλειο της Περγάμου, διαγωνίζοντας για το ποια θα προικίσει την Αθήνα με τα λαμπρότερα κτήρια.
Τον 3ο αιώνα μ.Χ., με τις επιδρομές των Ερούλων (ενός βαρβαρικού γερμανικού φύλου), η Αθήνα καταστρέφεται. Η βιβλιοθήκη ενσωματώνεται στα τείχη της πόλης και το προαύλιό της υποδέχεται τις λειτουργίες της αρχαίας Αγοράς που είχε ερειπωθεί. Το πολεοδομικό αυτό τετράγωνο, ανάμεσα στις σημερινές οδούς Άρεως και Αιόλου, όπως το οριοθετούσαν τα ερείπια της βιβλιοθήκης, αποτέλεσε στη συνέχεια το κέντρο της πόλης για τα επόμενα… 1600 περίπου χρόνια, τόσο στα βυζαντινά χρόνια όσο και στην Τουρκοκρατία.
Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε τον χώρο αυτό στα χρόνια πριν το ’21. Εδώ χτυπούσε η καρδιά της πόλης. Το τετράγωνο χωριζόταν στη μέση από ένα δρομάκι, στο οποίο λειτουργούσε το κεντρικό παζάρι της Αθήνας. Κόσμος πήγαινε και ερχότανε, μπαίνοντας από τα σκαλάκια στην οδό Πανδρόσου(όπου σήμερα τα κεμπαπτζίδια) για να ψωνίσει, να φάει, να δει, να ακούσει, να μυρίσει, να φωνάξει, να συζητήσει. Ταυτόχρονα το τετράγωνο αυτό φιλοξενούσε και τις πολιτικές λειτουργίες της πόλης. Δεξιά ήταν τα κτήρια της οθωμανικής διοίκησης (η Αθήνα υπαγόταν στον αρχιευνούχο του σουλτανικού σεραγιού (Κισλάρ Αγά) που νοίκιαζε τα έσοδά της σε έναν βοεβόδα) και αριστερά τα κτήρια των ελληνικών αυτοδιοικητικών αρχών.
Aπό τη μία πλευρά, λοιπόν, το βοεβοδαλίκι, έδρα του βοεβόδα, όπου είχε το σεράι του ο διαβόητος τύραννος των Αθηνών Χασεκής. Στην πλευρά αυτή ήταν και το τελωνείο, όπου άφηναν τον οβολό τους οι εμπόροι, καθώς και το σωζώμενο σήμερα τζαμί του Τζισταράκη – το μοναδικό ίσως τζαμί στον κόσμο που είχε στο ισόγειό του εμπορικά καταστήματα (όπως και σήμερα). Από την άλλη πλευρά οι ραγιάδες: Εκεί ήταν η Δημογεροντία (το Κουσέγιο όπως το έλεγαν), όπου γινόταν κάθε χρόνο η εκλογή των δημογερόντων. Εκεί συνεδρίαζαν οι πρόκριτοι για τις υποθέσεις των Αθηναίων. Εκεί ήταν και η Μεγάλη Παναγιά, η αρχαιότερη εκκλησία της πόλης, εκεί και το σχολειό τους, το «Φροντιστήριον των ελληνικών και κοινών μαθημάτων» που έφτιαξε και δώρισε στην πόλη ο ιερομόναχος Γρηγόριος Σωτηριανός, μετέπειτα μητροπολίτης Μονεμβασίας. Η δημογεροντία, η εκκλησία και το σχολείο μαζί, να οριοθετούν την κληρονομιά και να συντηρούν τη μνήμη των υπόδουλων.
Μέσα στο ίδιο τετράγωνο, λοιπόν, ένα στενό δρομάκι χώριζε δύο ολόκληρους κόσμους: την τυραννική οθωμανική εξουσία από τη μία και το ελληνικό κοινοτικό πνεύμα από την άλλη. Από τη μία ο κόσμος των σουλτάνων, της εξουσίας, της υποταγής και του βούρδουλα. Από την άλλη ο κόσμος των ραγιάδων, που προσπαθεί να επιβιώσει, όπως όπως, με τα καλά και τα κακά, τις δόξες του και τις αποτυχίες του, κρατώντας σαν ευαγγέλιο τη μνήμη και την ταυτότητά του. Και στη μέση το παζάρι: ο χώρος της συνάντησης, της συναλλαγής, του παζαρέματος. Σε αυτό τον χώρο ήρθαν τα νέα της Επανάστασης τον Μάρτιο του 1821. Εδώ οι τουρκικές αρχές συζήτησαν τη γενική σφαγή όλων των χριστιανών της πόλης, εδώ προσήλθαν εθελοντικά οι Αθηναίοι πρόκριτοι για να φυλακιστούν προληπτικά στην Ακρόπολη και να αποσοβήσουν το κακό.
(Και μια παρένθεση: Στο σημείο αυτό δεν άργησε να δωθεί και μια ευρωπαϊκή αισθητική πινελιά. Ένας ψηλός πύργος (σαν να λέμε ένας ουρανοξύστης σήμερα) που είχε πάνω πάνω ένα ωραίο ρολόι και δέσποζε στον χώρο. Δωρεά το ρολόι ενός ευρωπαίου λόρδου που πέρασε από την Αθήνα και ήθελε να την ευχαριστήσει για όσα καλά πήρε από την πόλη μας. Τέτοιοι φιλέλληνες πέρασαν πολλοί έκτοτε, αν και είναι μεγάλη κουβέντα το ποιός ωφελήθηκε πιο πολύ από τις ανταλλαγές, αυτοί ή εμείς. Βλέπετε, ο μέγας ευεργέτης που δώρισε στην Αθήνα το ρολόι ήταν… ο Έλγιν!)
Χάρτης της περιοχής κατά την Τουρκοκρατία. Με πορτοκαλί οριοθετείται η βιβλιοθήκη του Αδριανού. Με μπλε οι σημερινοί δρόμοι.
Μετά την απελευθέρωση της πόλης, το οικοδομικό αυτό τετράγωνο δεν έπαψε να πρωταγωνιστεί στις χαρές και τις πίκρες του νεώτερου συλλογικού μας βίου. Το μισητό σεράι συνέχισε να ρίχνει βαριά τη σκιά του στο κέντρο της πόλης, με άλλη όμως χρήση. Τώρα είχε μετατραπεί σε στρατώνα και στέγαζε τους νέους επικυριάρχους της χώρας: τα βαυαρικά στρατεύματα. Έλληνες θα γίνουν δεκτοί στο κτήριο αυτό αργότερα: όταν άλλαξε και πάλι χρήση και έγινε… φυλακή! Από την άλλη πλευρά του τετραγώνου, ο χώρος διαμορφώθηκε στη λεγόμενη «πλατεία πλατάνου». Εκεί ήταν και το «Καφενείον της Παλαιάς Αγοράς», στο οποίο μια μέρα ένας εισαγγελέας είδε να τον χαιρετάνε θαμώνες τους οποίους ο ίδιος είχε καταδικάσει σε φυλάκιση (του εξήγησε ο καφετζής πως οι κρατούμενοι με… πολιτικό μέσο μπορούσανε να μπαινοβγαίνουν στη φυλακή και συνήθιζαν να πηγαίνουν στο καφενείο αυτό για να πάρουν τον ναργιλέ τους). Το παζάρι έδωσε τη θέση του στη Δημοτική Αγορά Τροφίμων και το πέρα δώθε των Αθηναίων συνεχίστηκε. Με τον καιρό, τα περισσότερα καταστήματα μεταφέρθηκαν σε νέα αγορά, στην οδό Αθηνάς, και η παλιά αγορά, η «αγορά στις παράγκες» ή «μπαγιατοπάζαρο» όπως την έλεγαν, έμεινε κυρίως για τη φτωχολογιά. Όλα αυτά κράτησαν μέχρι το 1884, οπότε και μια μεγάλη φωτιά έκαψε και τις παράγκες, έκαψε και το παζάρι, και τη Μεγάλη Παναγιά και το ρολόι του λόρδου «ευεργέτη»…
Διασταύρωση Αιόλου και Πανδρόσου στα 1895.
Με τον καιρό το πρόσφατο πολύβουο παρελθόν της πόλης ξεχάστηκε. Το οικοδομικό μας τετράγωνο σίγησε και τη σκυτάλη πήραν οι αρχαιολόγοι που γκρέμισαν όλα τα κτίρια για να αναδείξουν τα αρχαία ερείπια της βιβλιοθήκης. Οι παλιοί διαχωρισμοί και οι αντιθέσεις, όμως, παραμένουν. Στο σημερινό πολιτικό «παζάρι» που καλούμαστε να συμμετάσχουμε, οι δύο κόσμοι που είδαμε να πιάνουν τις δύο πλευρές της βιβλιοθήκης του Αδριανού εξακολουθούν να υπάρχουν, έστω και με άλλες ονομασίες και αποχρώσεις. Είναι στο χέρι μας να επιλέξουμε σε ποια πλευρά θέλουμε να σταθούμε.
Άντε και καλή ψήφο!
Το Μοναστηράκι στα 1880, πριν τη μεγάλη φωτιά. Μπροστά ο ναός της Παντάνασσας (το «Μοναστηράκι»), πίσω του το τζαμί του Τζισταράκη και αριστερά το ρολόι του Έλγιν. Στην Ακρόπολη διακρίνεται ακόμα ο «φράγκικος πύργος» της εποχής της Φραγκοκρατίας, στον οποίο , κατά την Επανάσταση του ’21, φυλακίστηκαν και δολοφονήθηκαν από τους μεν Τούρκους οι πρόκριτοι των Αθηνών και από τους Έλληνες ο Οδυσσέας Ανδρούτσος…
Το βυζαντινό εκκλησάκι του Άγιου Ασώματου (Αρχάγγελου Μιχαήλ) «στα σκαλιά». Γκρεμίστηκε κατά τις εργασίες «εξωραϊσμού» της περιοχής, καθώς η ανάδειξη μνημείων περιορίστηκε μόνον σε όσα είχαν κάποιο ενδιαφέρον για τους Ευρωπαίους τουρίστες.
Η «Παλιά Στρατώνα», όπου το βοϊβοδαλίκι της Τουρκοκρατίας. Μετατράπηκε σε στρατώνα βαυαρών επί Όθωνα, για να καταλήξει στη γνωστή φυλακή που τόσο τραγούδησαν οι ρεμπέτες. Στα 1918-1923 ήταν διοικητής ο διαβόητος Καπετανάκης. Κατεδαφίστηκε στα 1932.
«Το παζάρι είναι ίσως το πιο πολυσύχναστο μέρος της πόλης. Το πρωί όλοι οι πολίτες, όποια κι αν είναι η σειρά τους, πηγαίνουν οι ίδιοι για τα ψώνια. Αν θέλετε να δείτε έναν γερουσιαστή που κουβαλάει μια νεφραμιά στο ένα χέρι και σαλατικά στο άλλο, πηγαίνετε στην αγορά στις οκτώ το πρωί. Ποτέ Γάλλοι δεν θα μπορούσαν να ροκανίσουν τόσο σκληρά τις τιμές, όσο αυτοί οι έντιμοι κύριοι κάνοντας τα ψώνια τους. Τριγυρνάνε από μαγαζί σε μαγαζί, ρωτάνε για την τιμή των μήλων, των κρεμμυδιών ή αναφέρονται στην ψήφο τους της προηγούμενης μέρας μιλώντας με έναν σαράφη που τους σταματάει στο διάβα.» Εντμόντ Αμπού